Στις 30 Μαρτίου 2024 με αφορμή την επέτειο της Εθνεγερσίας ο νεόκοπος Φορέας Ιστορικής Έρευνας «Σπάρτη 2034», έμπνευση και δημιούργημα του συγκροτημένου και ώριμου Λάκωνα Ιστορικού-Ερευνητή, Νίκου Ι. Καρμοίρη, έκανε την πρεμιέρα του, διοργανώνοντας επιστημονική ημερίδα με θέμα:
«Ο ρόλος και η συμβολή του Παναγιώτη Κρεββατά στην Επανάσταση: “... ήτον άνθρωπος με νου και πολλά ωφέλιμος για την Πατρίδα”».
Προκριτοδημογέροντας, εύρωστος έμπορος, Φιλικός, οπλαρχηγός της Επανάστασης, παραστάτης στην Α΄ Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου, οικονομικός αιμοδότης του Αγώνα, ο πολυΐδμων Παναγιώτης Κρεββατάς (1785-1822) υπήρξε μία από τις συγκλονιστικότερες φυσιογνωμίες της προεπαναστατικής και της πρώιμης επαναστατικής περιόδου, παίζοντας καταλυτικό ρόλο στην εκδίπλωση της εθνικής υπόθεσης να αποδομηθεί πλήρως και με μιας ο οθωμανικός ζυγός.
Η άνανδρη δολοφονία του, όμως, στις 16 Νοεμβρίου 1822 στο γεφύρι του Κόπανου, σε στρατηγικό σημείο του ποταμού Ευρώτα, έριξε βαριά τη σκιά της στην εξέλιξη των επαναστατικών δρωμένων αφενός και αφετέρου το γεγονός αυτό καθ’ εαυτό πέρασε στην αθέατη πλευρά του έπους της Παλιγγενεσίας για πολλούς και διαφόρους λόγους.
Βέβαια, η χαρισματική προσωπικότητα και το εύρος των δραστηριοτήτων του «άρχοντα» του Μυστρά, όπως τον αποκαλούσαν και τον υποδέχονταν με σεβασμό όρθιοι οι συγκαιρινοί του, του Παναγιώτη Κρεββατά, ο οποίος, όπως γράφει ο Αναστάσιος Γούδας:
«Εν μόνον είχε μέλημα και μίαν φιλοδοξία, την απελευθέρωσιν της πατρίδος», δεν ήταν δυνατόν να αποκρυφθεί από τη δυναμική και το πάνθεον του 1821.
Έχει διατυπωθεί επίσης η άποψη ότι η τραγική σελίδα του Νοεμβρίου του 1822 για τη Λακεδαίμονα συγκροτεί την πρώτη ψηφίδα στο παλίμψηστο των πολιτικών δολοφονιών της νεότερης ελληνικής ιστορίας. Βέβαια, είχε προηγηθεί στις 16 Δεκεμβρίου 1821 η δολοφονία του Υδραίου Αντώνη Οικονόμου από το στρατιωτικό σώμα του Ξύδη κοντά στο Άργος. Η μοιραία, ωστόσο, ανθρωποκτονία στη γέφυρα του Ευρώτα διαθέτει όλα εκείνα τα βαθύτερα και πολυπλοκότερα κοινωνικοπολιτικά χαρακτηριστικά που την καθιστούν αδιαμφισβήτητη όσον αφορά την άχαρη πρωτιά της!
Μάλιστα, αμέσως μετά το άκουσμα της είδησης της φυσικής εξόντωσης του Μυστριώτη επαναστάτη ο Νικηταράς σε επιστολή του σημείωνε με έκδηλη την αγωνία του:
«Με άκραν έκπληξιν έμαθον την επιβουλή του θανάτου του μόνου καλού πατριώτη μακαρίτη Κρεββατά! (...) Ποία εχθρική και παράνομος χειρ άρμα κατ’ εκείνου του ήρωος της πατρίδος εσήκωσε; Ω τρισαθλία Ελλάς, τι σου μέλλει ακόμα να υποφέρεις;».
Αλλά και αργότερα οι αναφορές στον σπουδαίο αυτόν αγωνιστή και προύχοντα της καστροπολιτείας του Μυστρά πυκνώνουν, με αποτέλεσμα δύο αιώνες αργότερα, και ειδικότερα το 2024, ο νουνεχής Νίκος Ι. Καρμοίρης σε συνεργασία με τον εξίσου ενεργητικό φίλο και συντοπίτη του διδάκτορα Ιστορίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, Γιάννη Ν. Τσουλόγιαννη, παίρνουν τη ρηξικέλευθη πρωτοβουλία να οργανώσουν την επιστημονική αυτή ημερίδα, τα πρακτικά της οποίας σήμερα έχουμε στα χέρια μας. Και τούτο το κάνουν με την πολύτιμη συνδρομή μιας πλειάδας έγκριτων και έγκυρων ιστορικών ερευνητών με μακρά θητεία στο μετερίζι της μάχιμης ιστοριογραφίας, οι οποίοι κωδικοποιούν με επιμελή, συστηματικό και επινοητικό τρόπο όλες σχεδόν τις πτυχές της πολιτείας και της δράσης του σπάνιου αρχοντοδημογέροντα της Λακεδαίμονος.
Έτσι, παρελαύνουν ονόματα, όπως του επίσης Λάκωνα Μελέτη Η. Μελετόπουλου (με τη σειρά που βλέπω τα ονόματά τους στο πρόγραμμα της ημερίδας και με την ίδια σειρά επίσης που έχουν δημοσιευθεί οι ανακοινώσεις τους), του Γιάννη Ν. Τσουλόγιαννη, του Αθανάσιου Θ. Φωτόπουλου, του Σωτήρη Λεβέντη, της Άννας Κάνδια, του Νίκου Ι. Καρμοίρη και τέλος του απόγονου της οικογένειας Κρεββατά, Παναγιώτη Παπαλεξανδράκου.
Ο Μελέτης Η. Μελετόπουλος κάνει μία από τις πιο εμβριθείς και στοχαστικές αναλύσεις του πελοποννησιακού πολιτικού συστήματος, ανατέμνοντας με μαεστρία τον προεστωτικό θεσμό και τους κοτζαμπάσηδες και ειδικότερα τους πλοκάμους του λαβυρίνθου της μωραΐτικης νομοκατεστημένης πολιτικής ελίτ, με τους οποίους είχε εμπλακεί ο πρωταγωνιστής της ημερίδας. Βάζει επίσης με θάρρος και παρρησία το χέρι του «επί τον τύπο των ήλων» στην αντιμαχία της οικογένειας Γιατράκου με τον Κρεββατά, παραπέμποντας στο μνημειώδες έργο του Διονυσίου Κόκκινου για την Ελληνική Επανάσταση.
Ο Γιάννης Ν. Τσουλόγιαννης επιχειρεί μία αναλυτική κατόπτευση του βίου και του έργου του Παναγιώτη Κρεββατά, επισημαίνοντας ότι κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του Δράμαλη στην Πελοπόννησο και ειδικότερα την παραμονή της μάχης των Δερβενακίων ο Κρεββατάς υποσχέθηκε στον Κολοκοτρώνη 1.000.000 γρόσια για τις ανάγκες του Αγώνα. Μετά μάλιστα και την καταστροφή του Δράμαλη ο Κρεββατάς, ευθυγραμμιζόμενος πλήρως με τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, ήλθε σε ευθεία σύγκρουση με τον Παναγιώτη Γιατράκο, τον οποίο θέλησε να αντικαταστήσει με τον Νικηταρά εξαιτίας της πρόσδεσής του με το αντίπαλο δέος του Γέρου του Μωριά.
Ύστερα από ένα σύντομο διάστημα έντασης και φόνων και από τις δύο πλευρές, η μοίρα του Κρεββατά κρίθηκε στις 16 Νοεμβρίου 1822 στη θέση «Κακιά Σκάλα» κοντά στη γέφυρα του Κόπανου του ποταμού Ευρώτα σε ενέδρα, που οργανώθηκε από οπλοφόρους των Γιατράκων. Ιθύνων νους της δολοφονίας ήταν ο αδελφός του Παναγιώτη, ο σκληροτράχηλος Γιωργάκης Γιατράκος.
Ο Αθανάσιος Θ. Φωτόπουλος στην τεκμηριωτική παρουσίασή του εκθέτει τη βιβλιογραφία γύρω από το επίμαχο θέμα, την καταγωγή της οικογένειας Κρεββατά, την πολιτική και εθνική δράση του Παναγιώτη Κρεββατά, τον ρόλο του τελευταίου στην Επανάσταση και τον Αγώνα και τέλος μιλά για τη δολοφονία του σπουδαίου επιστατοδημογέροντα, μιας και ο ίδιος έχει συγγράψει μία περισπούδαστη μελέτη για τους Γιατράκους στο 1821 ήδη από το 2001. Τα ερωτήματα που θέτει απαιτούν προσεκτική μελέτη και εμβάθυνση στις ενέργειες του Μυστριώτη προεστού.
Ο Σωτήρης Λεβέντης στις «λεπτές ισορροπίες γύρω από τη διοίκηση» αναλύει με καινοτόμο και ευφυή τρόπο τις περίπλοκες και ιδιαίτερες διαδρομές που διήνυσαν εκπρόσωποι τόσο του Βουλευτικού όσο και της Γερουσίας σε σχέση με τον Κρεββατά, καταλήγοντας στην άποψη ότι μετά τη δολοφονία του Κρεββατά ήταν έκδηλη η ανησυχία πολλών, ανάμεσα σε αυτούς και των Κουντουριώτηδων, μήπως και η δολοφονία αυτή προκαλέσει ακόμη και έναν ευρείας κλίμακας πελοποννησιακό εμφύλιο πόλεμο.
Η Άννα Κάνδια στο πλαίσιο της παρουσίασης των κειμηλίων της οικογένειας Κρεββατά που φυλάσσονται στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, καθώς και των στοιχείων που αναδύονται από το αρχείο του Παναγιώτη Κρεββατά που εναπόκειται στην Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος, μας αιφνιδιάζει με την αμεσότητα και την αλήθεια της εξομολόγησης ενός από τους συμμετέχοντες στη δολοφονία του Π. Κρεββατά, του Πανάγου Μαλαβαζάκη, αδελφού στρατιωτών του στρατηγού Γιατράκου. Σε αυτήν περιγράφει αναλυτικά και γλαφυρά την ενέδρα που έστησαν στον μοιραίο πρόκριτο, παρατηρώντας ότι μετά τη δολοφονία
«ευγήκαν μετά μαχαίρας οι κακεργάται, και επήγαν και τον εγύμνωσαν»!
Ο Νίκος Ι. Καρμοίρης επιχειρεί, με την ευθυβολία που τον χαρακτηρίζει, να ανατάμει τη σχέση του Ελευθερίου Βενιζέλου με τους Κρεββατάδες του Μυστρά, ακολουθώντας κυρίως την ψύχραιμη διαπίστωση του αείμνηστου Δικαίου Βαγιακάκου. Ο ίδιος, ωστόσο, πιστεύει ότι η σχέση Βενιζέλου-Κρεββατάδων έχει κάποιο έρεισμα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν επιδιώχθηκε κάποιας μορφής πολιτική εκμετάλλευση τόσο από τον ίδιο τον Βενιζέλο όσο και από τους οπαδούς του.
Και τελευταίος, ο Παναγιώτης Παπαλεξανδράκος, απόγονος της οικογένειας Κρεββατά, αποτυπώνει με λυρισμό και συναισθηματισμό αλλά και με περισσή αλήθεια και πραγματισμό το πορτραίτο του άρχοντα-επαναστάτη της οικογένειάς του, ο οποίος απαίτησε από τον Ιγνάτιο Ουγγροβλαχίας να του αποκαλύψει την «Αόρατο Αρχή» της Φιλικής Εταιρείας, παραθέτοντας στο τέλος όλες σχεδόν τις δηλώσεις τόσο των πρωταγωνιστών όσο και των ιστορικών της Επανάστασης αναφορικά με τον σπουδαίο πρόγονό του.
Αξίζει ακροτελεύτια να αποθησαυρισθεί η σκέψη του Γέρου του Μωριά από τη «Διήγησι των συμβάντων της ελληνικής φυλής» ότι
«ο Κρεββατάς ήτον άνθρωπος με νου και πολλά ωφέλιμος για την Πατρίδα»!
Η πρώτη αυτή ημερίδα του Φορέα Ιστορικής Έρευνας «Σπάρτη 2034» με τα ανά χείρας πρακτικά της εκτιμώ ότι θέτει τον πήχη πολύ ψηλά, όχι μόνο για τις επόμενες δράσεις του, αλλά κυρίως για το ότι η μελέτη και η ανάδειξη του Κρεββατά επανατοποθετεί τη Λακεδαίμονα και τον Μυστρά στην ανθρωπογεωγραφία και τη στρατηγική προοπτική της Επανάστασης του 1821.
Γι’ αυτό πρέπει ακριβώς μία μεγάλη δημόσια ηθική αναγνώριση στους Νίκο Ι. Καρμοίρη και Γιάννη Ν. Τσουλόγιαννη, αλλά και στους εισηγητές και στους υποστηρικτές του ευγενούς αυτού εγχειρήματος!
Καλαμάτα, 1 Ιανουαρίου 2025
ΘΑΝΑΣΗΣ ΧΡΗΣΤΟΥ
Καθηγητής Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας
Πρόεδρος του Τμήματος Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου
______________________________________
Ο Θανάσης Χρήστου είναι Καθηγητής Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας στο Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών της Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών και Πολιτισμικών Σπουδών (Καλαμάτα) του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου. Γεννήθηκε το 1963 στις Θεσπιές Θηβών, όπου ολοκλήρωσε την εγκύκλια παιδεία του και στη συνέχεια σπούδασε Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία στη Φιλοσοφική Σχολή των Πανεπιστημίων της Θεσσαλονίκης, του Μονάχου και των Αθηνών. Επίκεντρο των μελετών και των άρθρων του αποτελεί η Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία του Ελληνικού Κράτους (1830 έως σήμερα) και ειδικότερα η συγκρότηση των πολιτικών θεσμών, η ίδρυση του Πανεπιστημίου Αθηνών, οι ζυμώσεις του φοιτητικού κινήματος, η συγγραφή βιογραφιών σημαντικών προσωπικοτήτων που σημάδευσαν την ελληνική κοινωνία, η ανάδειξη άγνωστων πτυχών της ιστορίας της Κατοχής και της Αντίστασης μέσα από τα γερμανικά αρχεία και η διαμόρφωση των ιδεολογικών ρευμάτων στον μείζονα ελληνικό και ευρωπαϊκό χώρο κατά τον 19ο, τον 20ό και τον 21ο αιώνα. Το επιστημονικό του έργο απαρτίζεται από μία σειρά βιβλίων, μελετών και άρθρων. Επίσης, έχει συμμετάσχει σε μία πληθώρα ελληνικών και διεθνών συνεδρίων και είναι μέλος αρκετών ομόλογων επιστημονικών ενώσεων και εταιρειών. Από τον Σεπτέμβριο του 2004 έως σήμερα διδάσκει ανελλιπώς στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου το γνωστικό αντικείμενο της Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας. Τον Σεπτέμβριο του 2016, με πρωτοβουλία του, ιδρύθηκε το Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών «Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία: Νέες θεωρήσεις και προοπτικές», ενώ, τον Φεβρουάριο του 2017, πάλι με ενέργειές του συστάθηκε το «Εργαστήριο Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας» και τον Ιούλιο του 2018 ιδρύθηκε το Θερινό Σχολείο «Διαδρομές στη Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία» που λειτουργούν σήμερα υπό τη διεύθυνσή του. Τρεις ακαδημαϊκοί θεσμοί που στοχεύουν στην εκπαίδευση νέων ερευνητών και επιστημόνων και συμβάλλουν στην ανάδειξη κρίσιμων κεφαλαίων της Ελληνικής Ιστορίας του 19ου, του 20ού και του 21ου αιώνα στη συνάφειά της με τον ευρωπαϊκό κόσμο και φυσικά μέσα από πρωτογενές υλικό ελληνικών και ξένων αρχείων (εκδόσεις, διεθνή συνέδρια, ερευνητικά προγράμματα, διαλέξεις, ανταλλαγές φοιτητών κ.ά.).