Άρθρο του Νίκου Ι. Καρμοίρη στη στήλη «Ιστορικές Αναδρομές» της εφημερίδας «Λακωνικός Τύπος»
«Ο Περδικλώνης και ο Χιώτης ως δραστήριοι νέοι ήταν οι δύο δεύτερες μορφές στη Σπάρτη, αν υποθέσουμε ότι οι δύο πρώτες ήταν ο Νομάρχης κι ο Δήμαρχος» (από συνέντευξη με τον κ. Τάσο Βεκράκο, Αμύκλες Σπάρτης, Αύγουστος 2019)
***
Κατά τη διάρκεια έρευνάς μου για τη ζωή και τη δράση του Γιώργου Περδικλώνη -και πραγματοποιώντας μια σειρά συνεντεύξεων με Σπαρτιάτες, που για δεκαετίες υπήρξαν ενεργά μέλη της τοπικής μας κοινωνίας-, συνέλλεξα μαρτυρίες, οι οποίες αποτελούν πολύτιμες προφορικές πηγές, διαφυλάσσοντας ένα μέρος της πρόσφατης ιστορικής μνήμης της πόλης. Όλοι, σχεδόν, οι συνομιλητές μου, αναφερόμενοι στον Περδικλώνη, έκαναν, σε κάποιο σημείο του λόγου τους, μνεία και στον Ανδρέα Χιώτη. Σχηματίστηκε έτσι η εντύπωση, πως για κάποια χρόνια, στα μισά του 20ου αιώνα, είχε δημιουργηθεί στη Σπάρτη ένα ενδιαφέρον και ιδιάζον «δίδυμο», που άφησε ισχυρό αποτύπωμα στη δημοσία ζωή της πόλης.
Χαρακτηριστικά, τον Σεπτέμβριο του 2017, ο πρώην πρόεδρος της «Υπαιθρίου Ζωής» κ. Βασίλης Τζαβιδόπουλος μου είχε πει: «Εκείνη την εποχή ήταν δύο νέοι δραστήριοι στη Σπάρτη, ο Γιώργος Περδικλώνης και ο Αντρέας Χιώτης, που κι οι δύο ανακατεύονταν με τα κοινά. Ήταν της ίδιας περίπου ηλικίας. Εφημερίδα έβγαλε ο ένας, εφημερίδα λίγο αργότερα έβγαλε κι άλλος, δημοτικός σύμβουλος εξελέγη ο ένας, δημοτικός σύμβουλος κι ο άλλος... Είχαν μια θετική αντιπαλότητα, αν θα μπορούσε να ειπωθεί έτσι. Είχαν καλές σχέσεις, όμως. Δεν είχανε κακία μεταξύ τους. Και οι δύο ενδιαφέρονταν με τον τρόπο τους για το καλό της πόλης».
Μερικές ημέρες αργότερα, τον Οκτώβριο του 2017, ο κ. Γιάννης Χιώτης, αδερφός του Ανδρέα, και πρώην Πρόεδρος του Σπαρτιατικού, αφού έχει αναφερθεί σε αυτές τις δύο σημαντικές προσωπικότητες της πόλης, ανέφερε στην κατακλείδα του: «Οι απόψεις πολλών Σπαρτιατών είναι ότι αν είχαν εκλεγεί (σ.σ. Δήμαρχοι) αυτοί οι δύο, ο Αντρέας και ο Γιώργος, θα είχαν αλλάξει την ροή των πραγμάτων της πόλεως».
Στην σχέση Περδικλώνη-Χιώτη αναφέρθηκε και ο κ. Τάσος Βεκράκος, πρώην έμπορος και παλαιό μέλος του Δ.Σ. του Εμπορικού Συλλόγου Σπάρτης, ο οποίος σε μια πρόσφατη συνομιλία μας (ό.π.), σημείωνε: «Ο Περδικλώνης ήταν αντίπαλος ανέκαθεν με τον Αντρέα Χιώτη. Ως δραστήριοι νέοι ήταν οι δύο δεύτερες μορφές στη Σπάρτη, αν υποθέσουμε ότι οι δύο πρώτες ήταν ο Νομάρχης κι ο Δήμαρχος. Ας πούμε ότι ήταν οι δύο μορφές, οι οποίες δημιουργούσαν το “σάλο” στην πόλη με την δραστηριότητά τους. Και συνήθως ο Αντρέας Χιώτης και ο Γιώργος Περδικλώνης ήταν αντίθετοι. Παρ’ όλ’ αυτά είχανε συνεργαστεί στον τοπικό Τύπο πάρα πολύ, και υπήρχε ένας αμοιβαίος σεβασμός μεταξύ τους».
Πράγματι, κατά την μεταπολεμική περίοδο έως και την επιβολή της δικτατορίας, οι Γιώργος Περδικλώνης και Ανδρέας Χιώτης ανέπτυξαν μια άκρως δυναμική δραστηριότητα στο τοπικό γίγνεσθαι. Πέρα από τον δραστήριο και δυναμικό χαρακτήρα τους, αλλά και την οξυδέρκεια και το προοδευτικό πνεύμα που τους διέκρινε, αξιοποίησαν μοιραία το κενό σε ανθρώπινο δυναμικό που άφησε πίσω της η πολυετής πολεμική θηριωδία. Οι δύο τους, για περίπου δύο δεκαετίες (1949-1967) σε νεαρότατη ηλικία, όχι μόνον αξιοποίησαν αυτό το κενό, αλλά βάλθηκαν, μέσα από τον πλουραλισμό των δράσεών τους, να το υπερκαλύψουν. Σχεδόν συνομήλικοι -ο μεν Περδικλώνης γεννηθείς το 1928, ο δε Χιώτης το 1932- στα χρόνια μετά τον πόλεμο συγκρούστηκαν, αλλά και συνεργάστηκαν, χτίζοντας μια σχεδόν παράλληλη διαδρομή που, εμμέσως πλην σαφώς, σημάδεψε την εξέλιξη των πραγμάτων μιας πόλης και μιας εποχής.
Η πρώτη δημόσια αντιπαράθεσή τους εντοπίζεται τον Νοέμβρη του 1954 με φόντο τις συλλογικές προσπάθειες ανοικοδόμησης του τοπικού κλασικού αθλητισμού. Ο Περδικλώνης είχε τότε αποχωρήσει από τα διοικητικά του Σπαρτιατικού Γ.Σ. και προετοίμαζε την ίδρυση ενός νέου αθλητικού σωματείου, με την επωνυμία «Ο Λεωνίδας». Αθλητικογραφώντας στα «Σπαρτιατικά Νέα», αποτέλεσε σε αρκετές περιπτώσεις την φωνή του υπό ίδρυση συλλόγου, εκφράζοντας τη φιλοσοφία, την οποία οραματιζόταν να χαρακτηρίζει τον νέο αθλητικό σύλλογο. Τα γραφόμενά του σε ένα από αυτά τα άρθρα -το οποίο, μάλιστα, αποτελούσε απάντηση σε σχόλιο της αθλητικής αθηναϊκής εφημερίδας «Αθλητική Ηχώ»-, προκάλεσαν την αντίδραση του νεαρού Ανδρέα Χιώτη, την οποία εξέφρασε με επιστολή του προς τα «Σπαρτιατικά Νέα» (16-11-1954, αρ.φ. 603, σ. 2). Ο Χιώτης αναφέρθηκε στην ίδρυση του «Αθλητικού και Μορφωτικού Συλλόγου Δόξα Σπάρτης» ως μία κίνηση φιλάθλων για την αναβίωση του κλασικού αθλητισμού στην πόλη, εκφράζοντας την γνώμη πως η πόλη δεν θα άντεχε την δημιουργία και τρίτου αθλητικού σωματείου ιδίου σκοπού. Έγγραφε, λοιπόν:
«Φίλε κ. Διευθυντά,
Από καιρού, αρκετοί φίλαθλοι κατεβάλαμε μίαν ουσιαστικήν προσπάθειαν δια την αναβίωσιν του κλασσικού μας αθλητισμού, προχωρήσαντες εις την ίδρυσιν αθλητικού συλλόγου, του “αθλητικού και μορφωτικού συλλόγου Δόξα Σπάρτης”, το καταστατικόν του οποίου υπεβλήθη ήδη αρμοδίως προς τελικήν έγκρισιν. Η κίνησίς μας αυτή, μια ιδεολογική κίνησις αγνών φιλάθλων όλων των κοινωνικών τάξεων, είναι γνωστή εις τους συμπολίτας από τριών και πλέον μηνών. Διά τον λόγον δε αυτόν, το γεγονός ότι εις το τελευταίον φύλλον σας ο αθλητικός συνεργάτης σας ησχολήθη συνηγορών υπέρ της ιδρύσεως και ετέρου παρομοίου συλλόγου, μου επροξένησε αληθώς κατάπληξιν.
Έχω την γνώμην ότι η πόλις μας και από απόψεως εμψύχου υλικού, αλλά και φιλάθλου προαγωγής και τεχνικών μέσων, δεν αντέχει εις την δημιουργίαν και τρίτου ουσιαστικώς αθλητικού συλλόγου, αφού εκτός ημών ο Σπαρτιατικός Γ.Σ. εις οίαν δήποτε στιγμήν ημπορεί να ανασυστήση το αθλητικόν του τμήμα – και αυτό μάλλον θα γίνη.
Θεωρώ δε λογικήν την ιδικήν μας άποψιν, ότι οι αγαπώντες τον κλασσικόν αθλητισμόν οφείλουν να αποτελέσουν ενιαίαν κίνησιν. Οι φιλοδοξούντες να συντελέσουν εις αναβίωσιν του κλασσικού αθλητισμού, δύνανται να ενώσουν τας προσπαθείας των με τας προηγηθείσας ιδικάς μας και εντός του ενός συλλόγου να αναπτύξουν την δραστηριότητά των, αρκεί να είναι απηλλαγμένοι προσωπικών φιλοδοξιών και επιδιώξεων, διότι αυτό εμείς το θεωρούμεν ως ασυμβίβαστον προς την αθλητικήν Ιδέαν. Τας γενικωτέρας περί κλασσικού αθλητισμού αντιλήψεις μου, έχω επανειλημμένως εκθέσει από των στηλών των αγαπητών μου “Σπαρτιατικών Νέων” και θεωρώ περιττόν να τας εκθέσω και τώρα.
Ευχαριστών
A.Χ. ΧΙΩΤΗΣ, Σπάρτη 11-11-54».
Στο ίδιο φύλλο ο Περδικλώνης έδινε την δική του απάντηση, η οποία αποτέλεσε το εφαλτήριο μιας δημόσιας «δημιουργικής κόντρας», που έμελλε να διαρκέσει για χρόνια: «Ουδέποτε εσκέφθημεν να αδικήσωμεν ή να μειώσωμεν την προσπάθειαν των αγνών φιλάθλων δια την ίδρυσιν του “αθλητικού και μορφωτικού συλλόγου Δόξα Σπάρτης”. Αντιθέτως τους συγχαίρομεν. Αλλά δεν συμφωνούμεν, ότι η αθλητική κίνησις πρέπει να είναι ενιαία. Διότι η ευγενής άμιλλα είναι το καλλίτερον μέσον δια την εξύψωσιν του αθλητισμού. Η επιστολή, όμως, του κ. Χιώτη μας δημιουργεί και πολλάς απορίας. Και διερωτώμεθα: Είναι λογικόν, εκπαιδευτικοί λειτουργοί – και μάλιστα του κύρους και της πείρας του κ. Σούπου – να περιστρέφουν τας φιλοδοξίας των γύρω από τον άξονα χθεσινών μαθητών των; Ή μήπως, οι μαθηταί θα πρέπει να βοηθούν τας προσπαθείας των ανθρώπων που τους έμαθαν γράμματα; Εμείς τουλάχιστον πιστεύομεν το δεύτερον!». Ωστόσο, κακές νοοτροπίες παραγόντων και προσωπικές φιλοδοξίες οδήγησαν στον κατακερματισμό του τοπικού αθλητισμού, ζημιώνοντάς τον, όπως σημείωνε ο Περδικλώνης το 1957 σε άρθρο του στον «Ταχυδρόμο της Λακωνίας» (17-11-1957, αρ.φ. 39, σ. 1), δικαιώνοντας έτσι την άποψη, που είχε εκφράσει με επιστολή του τρία χρόνια νωρίτερα προς τα «Σπαρτιατικά Νέα», ο Χιώτης.
Ταυτόχρονα με την ενεργή διοικητική ενασχόλησή τους με τον αθλητισμό, και τους δύο γοήτευε η τοπική πολιτική σκηνή. Ο Περδικλώνης πολιτεύθηκε για πρώτη φορά ως δημοτικός σύμβουλος στις εκλογές του 1954, με τον συνδυασμό του γιατρού Π. Βελίκα, στον οποίο και πλειοψήφησε. Ο συνδυασμός Βελίκα, όμως, δεν κατάφερε να εκλέξει αντιπροσώπους στα δημοτικά έδρανα. Στις δημοτικές εκλογές που ακολούθησαν πέντε χρόνια αργότερα, τον Απρίλιο του 1959, βρέθηκαν για πρώτη φορά απέναντι, ως υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι, ο μεν Περδικλώνης με τον συνδυασμό του εν ενεργεία Δημάρχου Ζερβέα, ο δε Χιώτης με τον συνδυασμό Μηνακάκη, χωρίς κανείς από τους δύο να καταφέρει να εκλεγεί. Ο Περδικλώνης έμεινε χαμηλά στη σταυροδοσία, ενώ ο Χιώτης στην πρώτη του συμμετοχή πραγματοποίησε μία αξιοπρόσεκτη πορεία, καταλαμβάνοντας την πρώτη θέση των επιλαχόντων του συνδυασμού του.
Αργότερα, το 1962, κι ενώ στη βάση της πόλης διαμορφωνόταν ένα ισχυρό ρεύμα κατά του Δημάρχου Ζερβέα, οι δυο τους συνεργάστηκαν κατά την πρωτοβουλία της ένωσης των ποδοσφαιρικών ομάδων του Σπαρτιατικού ΓΣ και Παλλακωνικής Άμιλλας, μιας ενέργειας που πέραν του αθλητικού υποβάθρου, χαρακτηριζόταν και από πολιτικές προεκτάσεις, απόρροια κοινωνικοπολιτικών ζυμώσεων. Ο Χιώτης ήταν τότε Πρόεδρος του Σπαρτιατικού, ενώ ο Περδικλώνης συμμετείχε ενεργά, μεν, στην πρωτοβουλία της ένωσης των δύο ομάδων, επιλέγοντας, δε, να μείνει στο παρασκήνιο, αναλαμβάνοντας, κυρίως, συμβουλευτικό-οργανωτικό ρόλο. Λίγο καιρό αργότερα, ξεκίνησε η πρώτη, βραχύβια, συνεργασία τους στον τοπικό Τύπο. Ο Περδικλώνης αποχώρησε από τον «Ταχυδρόμο της Λακωνίας», στον οποίο αρθρογραφούσε έως τότε, και από τον Αύγουστο του 1963 δημοσίευε τα άρθρα του στον «Λακωνικό Κήρυκα» του Χιώτη, διατηρώντας τη στήλη «Άφοβα Λόγια». Καθ’ όλη την παρουσία του στον Τύπο, το ύφος της πένας του υπήρξε οξύ, γεγονός που σε αρκετές των περιπτώσεων δημιούργησε αντιδράσεις. Μία τέτοια αντίδραση καταγράφηκε εκείνη την περίοδο, όταν τρία φύλλα του «Λ.Κ.» με κεντρικά άρθρα του Περδικλώνη, επεστράφησαν στα γραφεία της εφημερίδας από τον τότε Πρωτοσύγκελο της Μητρόπολης Μονεμβασίας και Σπάρτης, εις ένδειξη διαμαρτυρίας. Ο Χιώτης, σε ένα εκδοτικό του σημείωμα (7-10-1963, αρ.φ. 121, σ.1) έσπευσε να υπερασπιστεί τόσο την εφημερίδα του, όσο και τον συνεργάτη της και, μεταξύ άλλων, έγγραφε:
«Όλως παραδόξως μας επεστράφησαν προ ημερών τρία εκ των ταχυδρομουμένων 1.000 περίπου αντιτύπων εκάστου φύλλου της εφημερίδος μας: Τα αποστελλόμενα προς τον πρωτοσύγκελλον της μητροπόλεως αρχιμανδρίτην κ. Θ[…] Κ[…], προς την ιεράν μητρόπολιν Μονεμβασίας και Σπάρτης, της οποίας, απουσιάζοντος ήδη του μητροπολίτου, προΐσταται ο πρωτοσύγκελλος, και προς τον ιερόν ναόν ευαγγελιστρίας, του οποίου ιερατικώς προϊστάμενος τυγχάνει επίσης ο πανοσ)τος κ. Θ[…].
Είναι ως εκ τούτου προφανές, ότι η επιστροφή οφείλεται εις πρωτοβουλίαν του πανοσ)τάτου και αποτελεί σιωπηράν εκδήλωσιν αντιθέσεως προς τα εν τη εφημερίδι μας δημοσιευθέντα δύο περί εκκλησίας και κλήρου άρθρα του κ. Γεωργίου Περδικλώνη. Μη αφιστάμενοι του οφειλομένου προς το αξίωμα του κ. Θ[…] σεβασμού και εξακολουθούντες να τιμώμεν το πρόσωπόν του, θα σημειώσωμεν εδώ μερικάς αληθείας προς γνώσιν και αυτού του ιδίου και του χριστεπωνύμου πληρώματος και του αναγνωστικού μας κοινού.
[…] 2) Τα άρθρα του κ. Περδικλώνη προεκλήθησαν εξ ομολογητικού σχολίου αρχιερέως και συνεπώς καλοπροαίρετα ήσαν, αι δε δι’ αυτών εκτεθείσαι αντιλήψεις απετέλουν έκφρασιν ανησυχίας της κοινής γνώμης. Ανησυχίας ευλόγου, διότι η εποχή μας είναι, υπό πάσαν έποψιν, πονηρά. 3) Η εφημερίς αυτή είναι αυτόφωτος και αυτόφωτοι και θαρραλέοι θέλει να είναι και οι συνεργάται της δια να λέγουν – όπως αυτή – την αλήθειαν προς πάσαν κατεύθυνσιν. 4) Οι άνθρωποι της εφημερίδος αυτής δεν επεζήτησαν ευνοίας, τας οποίας άλλοι εξασφαλίζουν με βαθείας μετανοίας. Ούτε εις οικονομικά ωφελήματα αποσκοπεί. Διότι αν πρόκειται να σταθή με τίμημα την αδυναμίαν διατυπώσεως οιωνδήποτε απόψεων αυτής και των συνεργατών της, καλλίτερα να της επιστραφούν όχι 3 αλλά 300 φύλλα.
[…] Ταύτα πάντα δια την τάξιν, η οποία δι’ ημάς παραμένει, εν πάση περιπτώσει, αδιατάρακτος».
Η πρώτη συνεργασία των δυο τους, όμως, δεν διήρκησε για πολύ. Στις δημοτικές εκλογές που ακολούθησαν, τον Ιούλιο του 1964, ο Χιώτης πολιτεύθηκε ως υποψήφιος Δήμαρχος, ενώ ο Περδικλώνης ως υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος στο πλευρό του Γ. Σαϊνόπουλου. Η προεκλογική περίοδος ήταν σκληρή, πολωμένη και ιδιαίτερη από πολλές απόψεις. Ο Περδικλώνης αποχώρησε από τον «Λακωνικό Κήρυκα» και συνεργάστηκε εκ νέου με τον «Ταχυδρόμο». Ήταν η εποχή που ο εκδότης του «Τ», Ιωάννης Δ. Καστάνης, απουσίαζε στις ΗΠΑ και ο Περδικλώνης ανέλαβε για ένα μικρό διάστημα υπεύθυνος έκδοσης της εφημερίδας. Παραμονή της Κυριακής των δημοτικών εκλογών του ’64, ο Περδικλώνης δημοσίευσε στο πρωτοσέλιδο του «Ταχυδρόμου» ένα ολοσέλιδο άρθρο με τίτλο «Τελευταία λόγια», στο οποίο σκιαγραφούσε τους πέντε υποψηφίους Δημάρχους Σπαρτιατών. Εκεί έγγραφε για τον Χιώτη:
«Επικίνδυνος δραστηριότης, με επικινδύνους ακροβατισμούς, δια την κοινωνίαν και τον ίδιον τον κ. Χιώτην. Έσπευσε επικίνδυνα στις αποφάσεις του. Δεν πρόκειται να εμπνεύση εμπιστοσύνην. Διότι εμπιστοσύνη για την διαχείρισιν των κοινών προϋποθέτει, ότι πρέπει, πρώτα, να έχη κερδίσει κανείς την εμπιστοσύνην ως άτομον μέσα στην κοινωνίαν. Αλλά αυτό προϋποθέτει χρόνον και συνεχείς δοκιμασίας. Και ο κ. Ανδρέας Χιώτης, που τώρα ξεκίνησε να σταδιοδρομίση στην κοινωνίαν μας, δεν είχε μέχρι τώρα τον χρόνον να δημιουργήση τον εαυτόν του και να κερδίση την εμπιστοσύνην δια το άτομόν του. Έτσι, είναι αδιανόητον: πως θέλει να κερδίση την εμπιστοσύνην δια την διαχείρισιν των κοινών. Πολύ περισσότερον είναι αδιανόητον να γίνη αυτό τώρα, που η Ε.Δ.Α. απετέλεσε τον κορμόν της πολιτικής κινήσεως του κ. Ανδρέα Χιώτη. Αυτό είναι ένας ακόμη ακροβατισμός. Ο πλέον επικίνδυνος. Θα βαραίνη μονίμως τον κ. Ανδρέα Χιώτη».
Παρά την σκληρή πολιτική τους αντιπαράθεση, οι σχέσεις τους φαίνεται πως διατηρήθηκαν σε καλά επίπεδα, που βελτιώνονταν με τον καιρό. Και τους δύο τους διέκρινε αμοιβαίος σεβασμός και αναγνώριση των παράλληλων κοινωνικών αγώνων, απόρροια της κοινής τους αγάπης για τον Τύπο, αλλά -κυριότερα- για τον τόπο. Ο Περδικλώνης μετά τις εκλογές του 1964 αναδείχθηκε στη θέση του Αναπληρωτή Δημάρχου. Η επιθυμία και η ανάγκη του για διαφάνεια και λογοδοσία κατά την εκτέλεση των δημοτικών του καθηκόντων, τον ώθησε στην έκδοση της δικής του εφημερίδας με τίτλο «Η Τόλμη», στην οποία δημοσιεύονταν -κυρίως- θέματα και στοιχεία γύρω από τη διοίκηση και διαχείριση του Δήμου Σπαρτιατών. Ο Χιώτης, με μια μεστή αναφορά στον «Λακωνικό Κήρυκα» (9-11-1964, αρ.φ. 179, σ.2), γνωστοποίησε το επικείμενο εκδοτικό εγχείρημα του Περδικλώνη γράφοντας:
«Εντός των ημερών θα κυκλοφορήση το πρώτον φύλλον της διμηνιαίας εφημερίδος “Η Τόλμη”, την οποίαν εκδίδει ο αντιδήμαρχος κ. Γ. Περδικλώνης». Ύστερα, μάλιστα, από την κυκλοφορία του πρώτου φύλλου, ο Χιώτης υποδέχθηκε την έκδοσή της νέας εφημερίδας με περίσσιο ενθουσιασμό γράφοντας στον «Λ.Κ.» (αρ. φ. 181, 23.11.1964, σ. 2): «Ο αντιδήμαρχος κ. Γ. Περδικλώνης εξέδωκε “διμηνιαία εφημερίδα ελεύθερης γνώμης”, όπως σημειώνει στην προμετωπίδα της, με τίτλο “Η Τόλμη”. Δεν ξέρω αν η “Τόλμη”, η εφημερίδα, θα έχη πάντοτε την χαρακτηριστική φυσική τόλμη του κ. Περδικλώνη. Μπορώ όμως να σημειώσω αδίστακτα και με ευχαρίστησι, ότι θετική είναι η προσφορά της νέας εφημερίδας στην εξέλιξι των δημοτικών μας πραγμάτων. Γιατί βγήκε με πρόθεσι να ενημερώνη του δημότες πάνω στα όσα μελετώνται και γίνονται στο Δήμο και το πρώτο της αυτό φύλλο είναι αληθινός καθρέφτης. Από την άποψι δε αυτή συγχαρητήρια θερμά οφείλονται στον κ. Περδικλώνη».
Λίγο καιρό αργότερα, ο Περδικλώνης ανταπέδιδε δημοσίως στον Χιώτη την αμοιβαία εκτίμησή του. Αφορμή στάθηκε η εκδοτική προσπάθειά του Χιώτη και η απόφασή του να μετατρέψει τον «Λακωνικό Κήρυκα» από εβδομαδιαίο σε ημερήσιο. Σε ένα σχόλιο, υπό τον τίτλο «Νέα Εποχή», ο Περδικλώνης έγγραφε στην «Τόλμη» (Μάρ.-Απρ. 1965, αρ.φ. 4, σ. 4): «Το τί σημαίνει προσπάθεια για έκδοση ημερήσιας εφημερίδος στην επαρχία -και μάλιστα στη μικρή όπως η Σπάρτη- μόνο όσοι έχουν κάποια σχέση με τις εφημερίδες, μπορούν να το εκτιμήσουν. Γι’ αυτό, η “Τόλμη” αισθάνεται την ανάγκη, να συγχαρή τον κ. Ανδρέα Χιώτη για την τιτάνεια προσπάθεια που κάνει· και να του ευχηθή φιλικά και ειλικρινά καλή επιτυχία. Αλλά θεωρεί και χρέος της, να συστήση στους Σπαρτιάτες, να αποφασίσουν να πίνουν μισό καφέ λιγώτερο μέρα παρά μέρα, ώστε να αγοράζουν το “Λακωνικό Κήρυκα”. Γιατί μ’ αυτό - να είναι βέβαιοι - θα βοηθήσουν την άνοδο του τύπου της πόλεώς μας, που είναι το μοναδικό μέσο της πνευματικής μας προβολής. Μπορεί σήμερα να μην είναι αξιόλογη αυτή η προβολή. Αυτό οφείλεται στις τεχνικές και οικονομικές δυσκολίες. Γι’ αυτό ας βοηθήσουμε όλοι αυτή τη φορά το “Λακωνικό Κήρυκα”. Και ας το κάνουμε αυτό με τη βεβαιότητα, πως θα προσφέρουμε θετικά στην πνευματική πρόοδο του τόπου μας».
Η επόμενη αναφορά στην «Τόλμη» για τον Χιώτη υπήρξε πιο προσωπική. Έγραφε, λοιπόν, ο Περδικλώνης («Τ», Αύγ.-Δεκ. 1965, αρ.φ. 6, σ. 4):
«Εγκάρδια: Αυτό το φύλλο της “Τόλμης” είναι το πρώτο που κυκλοφορεί, ύστερα από το γάμο του νέου ανθρώπου και φίλου δημοσιογράφου, εκδότου της μόνης ημερήσιας εφημερίδος και δημοσιογραφικού και εκδοτικού αγωνιστού κ. Ανδρέα Χρ. Χιώτη με την καθηγήτρια δ. Μαρία Τσαπέκη. Καθυστερημένα, αλλά εγκάρδια και ειλικρινά η “Τόλμη” αισθάνεται χαρά της μεγάλη να ευχηθή στο νέο ζευγάρι: καλή και χαρούμενη οικογενειακή ζωή· και πραγματοποίηση του κάθε τους πόθου και νοσταλγίας».
Πέραν, όμως, από κάθε πρόθεση διαφάνειας, η έκδοση της «Τόλμης» διατήρησε αναμμένη την δημοσιογραφική σπίθα του Περδικλώνη. Ο ίδιος, αν και κατείχε δημόσια θέση, δεν έπαψε να δρα και ως μάχιμος δημοσιογράφος, διερευνώντας, καταγράφοντας και δημοσιεύοντας κακώς κείμενα που παρουσιάζονταν στην τοπική κοινωνία. Η ανατρεπτική αυτή δράση του καλλιέργησε ισχυρές αντιπάθειες και δημιούργησε «άσπονδους φίλους» και φανατικούς εχθρούς, οδηγώντας τον, μάλιστα, δύο φορές σε δικαστικές περιπέτειες. Στη δεύτερη εξ αυτών -η οποία χαρακτηρίστηκε από τον σπαρτιατική κοινωνία ως «Περδικλωνειάδα»!- ο εκδότης του «Λακωνικού Κήρυκα» κατέθεσε στο δικαστήριο ως μάρτυρας υπεράσπισης του εκδότη της «Τόλμης». Σύμφωνα με τα πρακτικά της δίκης που διεξήχθη στις 12-14 Μαΐου 1967 στην Καλαμάτα και δημοσιεύθηκαν αργότερα στην «Τόλμη» (Μάι.-Ιουν 1967, αρ.φ. 11-12) ο Χιώτης στην κατάθεσή του ανέφερε, μεταξύ άλλων:
«[…] Το δημοσίευμα δεν είναι οπωσδήποτε δυσφημητικόν. Θα ηδύνατο ενδεχομένως να υποστηριχθή ότι ο κ. Περδικλώνης υπερέβη τα εσκαμμένα κατά την διατύπωσιν των σκέψεών του. Πρέπει όμως να ληφθή υπ’ όψει ότι ο τύπος δεν διαμορφώνει πάντοτε αυτός την κοινήν γνώμη. Πολλές φορές ο δημοσιογράφος άγεται από την ήδη εκ των πραγμάτων διαμορφωμένην κοινήν γνώμην και απλώς την εκφράζει, την διερμηνεύει. Αυτό δε, συνέβη εις την προκειμένην περίπτωσιν. Εγώ δεν θα εχρησιμοποίουν ωρισμένας λέξεις τας οποίας εχρησιμοποίησεν ο κ. Περδικλώνης. Αλλά πρέπει επί πλέον να ληφθή υπ’ όψει το προσωπικόν στυλ του κάθε δημοσιογράφου. Και είναι εις όλους γνωστόν ότι ο κ. Περδικλώνης είναι πράγματι οξύς, εκφραζόμενος με αυστηρότητα και εις τας συζητήσεις του. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι εδυσφήμησε τον κ. Γ[…] και πολύ περισσότερον ότι είχε πρόθεσιν να δυσφημήση κ α ν έ ν α. Άλλωστε δεν είναι τυχαίος άνθρωπος. Είναι λίαν επιτυχημένος έμπορος και άνθρωπος με διακεκριμένην πνευματικήν συγκρότησιν. Και ακόμη ένας νέος άνθρωπος με δημιουργικάς ανησυχίας και τοπικός παράγων, διεξάγων μετά πάθους εξυγιαντικόν αγώνα. Είναι δε προς τιμήν του ότι έχει το θάρρος να επεκτείνη τον έλεγχόν του –οξύν μεν αλλά καλόπιστον– και εις χώρους, εις του οποίους εμείς οι άλλοι δεν τολμάμε να προχωρήσωμε. Η εξ αντικειμένου γνώμη μου είναι ότι ήσκησε έλεγχον και δι’ αυτού εσκόπει την διόρθωσιν πολλών κακώς εχόντων εις το Γενικόν Νοσοκομείον Σπάρτης, ως κοινωνικός παράγων ενδιαφερόμενος δια το καλόν του τόπου».
Η απόφαση του δικαστηρίου υπήρξε αθωωτική και ο Περδικλώνης απαλλάχθηκε των κατηγοριών. Ύστερα από αυτή την εξέλιξη ο Χιώτης αφιέρωσε το κεντρικό θέμα του πρωτοσέλιδου του «Λ.Κ.» (17-5-1967, αρ.φ. 545), γράφοντας θριαμβευτικά: «Η αθωωτική απόφασις του δικαστηρίου προεκάλεσε βαθείαν ικανοποίησιν εις την κοινήν γνώμην του νομού μας, η οποία ανεγνώριζεν εις την συντριπτικήν πλειοψηφίαν της την αγαθήν πρόθεσιν του κ. Γ. Περδικλώνη και εγκρίνει τον εξυγιαντικόν αγώνα που έχει αναλάβει ούτος εν σχέσει προς τα πράγματα του γενικού κρατικού νοσοκομείου. Η ενδιαφέρουσα αυτή δίκη υπήρξεν αληθής θρίαμβος δια τον κ. Περδικλώνην, τόσον εξ απόψεως ουσίας και αποτελέσματος, όσον και υπό άποψιν επιβολής της προσωπικότητός του καθ’ όλην την διαδικασίαν, ιδία δε κατά την απολογίαν του, ήτις διήρκεσεν επί μίαν και ημίσειαν ώραν».
Λίγο καιρό έπειτα από την επιβολή της δικτατορίας, η «Τόλμη» του Περδικλώνη ανέστειλε την λειτουργίας της. Ο ίδιος επέστρεψε ως αρθρογράφος στον «Λακωνικό Κήρυκα» του Χιώτη. Στο εισαγωγικό σημείωμα του πρώτου του άρθρου («Λ.Κ.», 19-11-1967, αρ.φ. 571, σ. 1-2) έγγραφε: «Ο γράφων με αυτή τη στήλη: “ΑΦΟΒΑ ΛΟΓΙΑ”, βρήκε φιλόξενο χώρο στο “Λακωνικό Κήρυκα”, πριν μερικά χρόνια, και έδωκε, σε κάποιες στιγμές ανησυχιών ή εσωτερικών σκιρτημάτων, όσα και όποια έννοιωθε να φωνάζουν μέσα στην ψυχή και τη σκέψη του· και που μια ακράτητη δύναμη τον ωθούσε να τα εξωτερικεύση, για να τα συζητήση και μ’ άλλους, πολλούς· με τον επώνυμο ή και ανώνυμο αναγνώστη. Τότε, αυτή η στήλη κράτησε χρόνο σημαντικό. Και ικανοποίησε τον γράφοντα. Διεκόπη δε όταν ο γράφων εξέδωκε τη δική του εφημερίδα: την “Τόλμη”. Εκεί πλέον το πεδίο ήτο απόλυτα ελεύθερο και τολμηρό όσο το ήθελε ο εκδότης. Ήτο όμως μοιραίο να ανασταλή η έκδοση της “Τόλμης”, για λόγους που θα εξηγηθούν και αναλυθούν μόλις επανεκδοθή. Ώσπου, όμως, να γίνη αυτό, απ’ αυτή, πάλι, τη στήλη του “Λακωνικού Κήρυκα” ο γράφων θα ικανοποιή την αδυναμία του να γράφη κάτι, όταν και όποτε αισθάνεται αυτή την ανάγκη. Γι’ αυτό με ιδιαίτερη υποχρέωση, ευχαριστεί τον “Λακωνικό Κήρυκα” και τον φίλο κ. Ανδρέα Χιώτη».
Την μεταπολεμική περίοδο, εποχή της παράλληλης ακμής τους, Περδικλώνης και Χιώτης άφησαν έντονο το στίγμα τους στην πόλη. Πέρα από την ενασχόλησή τους με την τοπική πολιτική σκηνή, αλλά και τη διαρκή παρουσία τους στον Τύπο, ασχολήθηκαν ταυτόχρονα με αρκετούς τοπικούς φορείς. Ο Χιώτης συνήθως αναλάμβανε επικεφαλής, έχοντας διατελέσει εκείνη την περίοδο Πρόεδρος του Σπαρτιατικού Γ.Σ., του Εργατικού Κέντρου Σπάρτης, της ΕΠΣ Λακωνίας, κ.ά. Ο Περδικλώνης, αντίθετα, επέλεγε πιο δευτερεύουσες θέσεις· χρηματίζοντας ταμίας ή έφορος σε αθλητικούς φορείς, αλλά -κυρίως- για αρκετά συναπτά έτη μέλος του Δ.Σ. του Εμπορικού Συλλόγου Σπάρτης, τον οποίο υπηρέτησε ως ταμίας και αντιπρόεδρος.
Στη μεταπολίτευση, διαμορφώθηκαν νέες συνθήκες και η δημόσια διαδρομή τους έπαψε να χαρακτηρίζεται ως παράλληλη, διατηρώντας, όμως, ορισμένα κοινά. Ο Περδικλώνης διεκδίκησε δύο φορές την δημαρχία (1975, 1978), δίχως να καταφέρει να εκλεγεί ούτε δημοτικός σύμβουλος, λόγω του τότε ισχύοντα εκλογικού νόμου. Σταδιακά αποσύρθηκε από τα κοινά της πόλης, ενώ συνέχισε να αρθρογραφεί πιο αραιά στον τοπικό Τύπο και η γραφή του χαρακτηριζόταν πλέον ως πιο ώριμη και μετριοπαθής. Συμμετείχε διακριτικά ως μέλος σε πλήθος -κυρίως πολιτιστικών- φορέων, δίχως όμως να διεκδικήσει τη συμμετοχή του σε κάποιο διοικητικό όργανο.
Ο Χιώτης εκλεγόταν για σχεδόν δύο δεκαετίες δημοτικός σύμβουλος, διατελώντας και αντιδήμαρχος Σπαρτιατών το διάστημα 1984-1986, ενώ διεκδίκησε τη δημαρχία δύο φορές (1986, 1990). Αργότερα εξελέγη νομαρχιακός σύμβουλος στο πρώτο αιρετό νομαρχιακό συμβούλιο, του οποίου διετέλεσε Πρόεδρος. Ταυτόχρονα, ασχολήθηκε ενεργά με τοπικούς αθλητικούς, κοινωνικούς κ.ο.κ. φορείς (δεύτερη προεδρία στον Σπαρτιατικό), ενώ συνάμα αύξησε την παρουσία του στα τοπικά ΜΜΕ (ραδιόφωνο, τηλεόραση). Διατήρησε, παράλληλα, άσβεστη τη σχέση με τον χώρο των εφημερίδων, εκδίδοντας τον «Λακωνικό Κήρυκα έως το 1993, και κατόπιν ιδρύοντας τον «Λακωνικό Τύπο» το 1996.
Τον Δεκέμβρη εκείνης της χρονιάς «έφυγε» από τη ζωή ο Γιώργος Περδικλώνης, νικημένος από τον καρκίνο. Στο πρωτοσέλιδο του «Λακωνικού Τύπου» (27-12-1996, αρ.φ. 111, σ. 1), ο Αντρέας Χιώτης αποχαιρετούσε τον πολιτικό του αντίπαλο, τον παλιό του συνεργάτη, αλλά και έναν «συνοδοιπόρο» της γενιάς του στα κοινά της πόλης, με ένα βιογραφικό ολοσέλιδο άρθρο υπό τον τίτλο «Στην αιωνιότητα και στη θύμηση ο Γ. Περδικλώνης». Εκεί στις πρώτες παραγράφους έγγραφε: «Βαθειά θλίψη προκαλεί σε όλους τους Σπαρτιάτες σε πολλούς Λάκωνες η καθυστερημένη είδηση του θανάτου ενός δυναμικού και ευρύτατα γνωστού συμπατριώτη: Του συνταξιούχου επιχειρηματία και διακεκριμένου κοινωνικού παράγοντα Γιώργου Θ. Περδικλώνη. Ο Γιώργος Περδικλώνης έφυγε στα 68 του και κηδεύτηκε το περασμένο Σάββατο στην Αθήνα, σε στενό οικογενειακό κύκλο. Αντιλαμβανόμενος ότι επέρχεται το τέλος είχε δώσει εντολή στη γυναίκα του να μην ειδοποιήσει κανέναν. Έτσι ο θάνατός του αναγγέλθηκε με καθυστέρηση λίγων ημερών. Ο Γιώργος Περδικλώνης ήταν ένας από τους πιο δραστήριους, δυναμικούς και δημιουργικούς Σπαρτιάτες της τελευταίας 50ετίας. Γιός του ταβερνιάρη Θόδωρου Περδικλώνη, όταν τελείωσε το Γυμνάσιο, ασχολήθηκε για λίγο με την επιχείρηση του πατέρα του. Σύντομα όμως και αφού υπηρέτησε στον Στρατό ως έφεδρος ανθυπολοχαγός, ασχολήθηκε με την τυροκομία. Δημιούργησε ανθούσα επιχείρηση και αξιόλογη περιουσία. Τα προϊόντα του Τυροκομείου του ήσαν ονομαστά. […] Έντονη παρουσία είχε ο Γιώργος Περδικλώνης και στον τοπικό τύπο. Δημοσίευε συχνά αξιοπρόσεκτα άρθρα σε τοπικές εφημερίδες και ιδίως στον εβδομαδιαίο “Λακωνικό Κήρυκα”. Εξάλλου για μερικά χρόνια, γύρω στο 1965, εξέδιδε και τη δική του μηνιαία εφημερίδα με τον τίτλο “Η Τόλμη”. […]».
Ο κύκλος του Αντρέα Χιώτη έκλεισε μία δεκαετία αργότερα, στις 20 Σεπτεμβρίου 2006. Την επομένη, με τίτλο «Τελείωσε το μελάνι ενός σπουδαίου δημοσιογράφου», ο «Λ.Τ.» τον αποχαιρετούσε ως εξής: «Ο Ανδρέας Χιώτης έχοντας υπηρετήσει τον τόπο μας τα τελευταία πενήντα χρόνια από σημαντικές θέσεις, αφήνει ανεξίτηλη τη σφραγίδα του στην κοινωνική, πολιτική και αθλητική ζωή της Σπάρτης και γενικότερα του νομού μας».